“Η σύνδεση των μνημείων με την σύγχρονη τέχνη, και δη τον κινηματογράφο, αποτελεί έναν από τους τρόπους προσέγγισης της κοινωνίας στον αρχαιολογικό πλούτο της χώρας, και κατ’ επέκταση στόχο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.Αυτό όμως οφείλει να γίνεται με γνώμονα την ασφάλεια και τη φύλαξη των αρχαιολογικών χώρων, την επισκεψιμότητα και τις βασικές λειτουργίες των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων “.
Αυτό τονίζει ο Σύλλογος Ελλήων Αρχαιολόγων σχετικά με τον θόρυβο που δημιουργήθηκε με τη γνωμοδότηση του Κ.Α.Σ. για την κινηματογράφηση παραγωγής του BBC στον αρχαιολογικό χώρο του Σουνίου για την οποία επισημαίνει ότι είχε ήδη γνωμοδοτήσει θετικά για παραγωγή από τον Φεβρουάριο.
Αναλυτικά ο Σύλλογος Ελλήνων Αρχαιολόγων αναφέρει στην ανακοίνωσή του:
“Για τη νέα επίθεση στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο με αφορμή τις κινηματογραφήσεις
Για μία ακόμα φορά η Αρχαιολογική Υπηρεσία και οι λειτουργοί της, το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού και τα θεσμικά Συλλογικά του Όργανα, σε τελική ανάλυση το ίδιο το πλαίσιο διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς της χώρας, βάλλεται ασυλλόγιστα και με αμετροέπεια. Αντικείμενο έντονης κριτικής αποτέλεσε βεβαίως η γνωμοδότηση στην οποία κατέληξε το Κ.Α.Σ. να μην αποκλειστούν οι επισκέπτες του αρχαιολογικού χώρου του Σουνίου για μια ολόκληρη μέρα (12/4) προκειμένου να πραγματοποιηθεί κινηματογράφηση.
Το αξιοπρόσεκτο είναι ότι η άδικη αυτή επίθεση ξεκίνησε διά στόματος του Γ.Γ. Ψηφιακής Πολιτικής, ο οποίος παρέβλεψε και διαστρέβλωσε τα δεδομένα που του ήταν ήδη γνωστά, δηλαδή:
- Το ΚΑΣ είχε ήδη γνωμοδοτήσει θετικά για παραγωγή του BBC για το «The Little Drummer Girl» σε σκηνοθεσία του κορεάτη σκηνοθέτη Παρκ Τσαν Γουκ, ήδη από τον Φεβρουάριο. Η έγκριση για τη βασική σκηνή που περιλαμβάνεται στο βιβλίο του Τζον Λε Καρέ (και στο σενάριο), απαιτούσε νυχτερινή λήψη στην Ακρόπολη.
- Η σκηνή στο Σούνιο δεν περιλαμβάνεται στο βιβλίο ούτε στο σενάριο, αλλά πρόκειται για μία νέα έμπνευση του σκηνοθέτη, η οποία ως εκ τούτου δεν θέτει σε κίνδυνο το ενδεχόμενο να γίνει ή όχι γενικώς το γύρισμα του επεισοδίου στην Ελλάδα.
- Η εταιρεία παραγωγής ζήτησε ουσιαστικά να κλείσει ο Αρχαιολογικός Χώρος του Σουνίου για μια ολόκληρη μέρα σε μια περίοδο κατά την οποία πολλές εκατοντάδες επισκέπτες έχουν εντάξει στον προγραμματισμό τους αρκετούς μήνες πριν την επίσκεψη στον συγκεκριμένο χώρο. Το γεγονός ότι η εταιρεία παραγωγής επανήλθε με νέο αίτημα για λιγότερες ώρες κινηματογράφησης που δεν θα αποκλείσουν τον αρχαιολογικό χώρο για μια ολόκληρη μέρα αποδεικνύει ότι κάτιτέτοιο ήταν εφικτό, άρα η επίθεση που γίνεται στο Κ.Α.Σ. και την Αρχαιολογική Υπηρεσία είναι υποβολιμαία.
- Το αίτημα υποβλήθηκε μόλις 15 μέρες πριν από τα γυρίσματα, τα οποία σύμφωνα με το αίτημα έχουν προγραμματιστεί για τις 12/4, γεγονός που δείχνειτην προχειρότητα στην υποβολή του. Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε ότι πολύ συχνά οι ξένοι παραγωγοί καταθέτουν αίτηση στο ΥΠ.ΠΟ.Α. με απαράδεκτηκαθυστέρηση και ενώ έχουν ήδη προγραμματίσει ακόμη και τις ημερομηνίες μετάβασης και διαμονής τους τη χώρα μας!
Ο Σ.Ε.Α. καταγγέλλει την αήθη επίθεση κυβερνητικών παραγόντων και μερίδας των Μ.Μ.Ε., που παραλείπουν να αναφέρουν ή διαστρεβλώνουν τις πιο πάνω παραμέτρους, επισημαίνοντας ότι η σημασία και υπεραξία των μνημείων της πολιτιστικής μας κληρονομιάς δεν προβάλλεται μέσα από κινηματογραφικές παραγωγές, αλλά αντίθετα τα μνημεία προσθέτουν κύρος και αίγλη σε παραγωγές, που όχι λίγες φορές έχουν αποδειχθεί πολύ κατώτερες της σημασίας των χώρων που χρησιμοποιούν ως σκηνικό.
Η για άλλη μια φορά απροβλημάτιστη στοχοποίηση του Κ.Α.Σ. προδίδει αδιαφορίακαι περιφρόνηση απέναντι στο βασικό γνωμοδοτικό όργανο του ΥΠ.ΠΟ.Α.
Με αχαρακτήριστη ευκολία και εμφανή πρόθεση να δημιουργήσουν ευρύτερες αντιδράσεις στην κοινωνία, βάλουν ευθέως ενάντια στον «συνήθη ύποπτο», την Αρχαιολογική Υπηρεσία, τους αρχαιολόγους και εν τέλει στους ίδιους τους θεσμούς που διαφύλαξαν και ανάδειξαν τα μνημεία και τους χώρους, που σήμερα όλοι επιθυμούν την «αξιοποίησή τους».
Ο Σ.Ε.Α. επισημαίνει ότι η σύνδεση των μνημείων με την σύγχρονη τέχνη, και δη τον κινηματογράφο, αποτελεί έναν από τους τρόπους προσέγγισης της κοινωνίας στον αρχαιολογικό πλούτο της χώρας, και κατ’ επέκταση στόχο της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας.
Αυτό όμως οφείλει να γίνεται με γνώμονα την ασφάλεια και τη φύλαξη των αρχαιολογικών χώρων, την επισκεψιμότητα και τις βασικές λειτουργίες των αρχαιολογικών χώρων και των μουσείων.
Δεν σημαίνει την a priori αποδοχή κάθε αιτήματος που κατατίθεται, όπως κατατίθεται. Είναι ανάγκη να γίνει κατανοητό ότι η σοβαρότητα μιας Κρατικής Υπηρεσίας δεν μετράται στην ευκολία με την οποία εγκρίνει κάθε αίτημα και σε όποιο τίμημα απλώς και μόνο για να είναι «αρεστή», αλλά στη σαφήνεια των όρων που θέτει, ώστε το εγχείρημα να είναι όντως επωφελές από κάθε άποψη.
Ο Σ.Ε.Α. καλεί την Υπουργό Πολιτισμού κ. Λυδία Κονιόρδου να υπερασπιστεί το κύρος της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και του ΥΠ.ΠΟ.Α. και να απόσχει από δηλώσεις που δίνουν έδαφος στους καθ’ έξιν και κατ’ επάγγελμα επικριτές του.
Ο Σ.Ε.Α. καλεί, επίσης, την πολιτική ηγεσία του ΥΠ.ΠΟ.Α. να εξετάσει εκ νέου το νομικό πλαίσιο που διέπει την κινηματογράφηση σε αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία, για τα οποία ισχύει εκ του Συντάγματος ειδικό πλαίσιο προστασίας, και να ανοίξει διάλογο με τους θεσμικούς φορείς της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και των κινηματογραφιστών, λαμβάνοντας υπόψη:
- Την ανάγκη θέσπισης ενός σαφούς πλαισίου για τις θεματικές, καθώς και για τα όρια εργασίας των εταιρειών παραγωγής (περίοδοι παραχώρησης μέσα στο έτος, ώρες, επιτρεπόμενος εξοπλισμός, ανώτατος αριθμός συνεργείου κ.λπ.) με γνώμονα την ασφάλεια του αρχαιολογικού χώρου και τον σεβασμό στον επισκέπτη. Είναι αναγκαία η θέσπιση προδιαγραφών για κάθε χώρο, που θα κάνουν ευκολότερο και τον προγραμματισμό των εταιρειών παραγωγής.
- Την πολιτική των τελών κινηματογράφησης, λαμβάνοντας υπόψη και την ανάγκη για τη στήριξη της εγχώριας κινηματογραφικής παραγωγής, καθώς και το γεγονός ότι η καταβολή τελών χρήσης του οπτικοακουστικού υλικού επαφίεται αποκλειστικά και μόνο στην καλή βούληση των εταιρειών παραγωγής. Ενδεικτικάγια την κινηματογράφηση στο Σούνιο, προβλέπεται τέλος 1600 € (πλέον ΦΠΑ) ανά ημέρα για κάθε παραγωγή. Είναι ανάγκη να ανοίξει ένας διάλογος για καταβολή τέλους με βάση τον προϋπολογισμό κάθε παραγωγής, ώστε οι ανεξάρτητες μικρές παραγωγές να μην επιβαρύνονται υπέρογκα και οι μεγάλες παραγωγές να επιβαρύνονται ανάλογα με τον προϋπολογισμό τους.”