Χρυσό δαχτυλίδι, ένα ζευγάρι χρυσά σκουλαρίκια, ένα σκέλος ξύλινου διαβήτη, ένα θραύσμα λαβής αρχαίου ροδιακού αμφορέα με σφράγισμα και επιγραφή «ΑΝΤΙΜΑΧΟΥ» με κηρύκειο, τρία ακόμα πιόνια σκακιού είναι μεταξύ των ευρημάτων που αποκαλύφθηκαν κατά τη ανασκαφή στο ιστορικό ναυάγιο ΜΕΝΤΩΡ στον Αβλέμονα Κυθήρων.
Το μπρίκι ΜΕΝΤΩΡ, βυθίσθηκε μετά από πρόσκρουση σε βράχια έξω από το λιμάνι του Αβλέμονα στα Κύθηρα τον Σεπτέμβρη του 1802.
Το κύριο φορτίο του, που ανελκύσθηκε σχεδόν αμέσως μετά τη βύθισή του, αποτελούσαν 17 κιβώτια με αρχαιότητες από διαφορά μνημεία της Ακρόπολης και των Αθηνών, που είχαν αποσπαστεί από την ομάδα του Λόρδου Έλγιν.
Η φετινή ανασκαφή από την Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων υπό τη διεύθυνση του αρχαιολόγου Δρ. Δημήτρη Κουρκουμέληπου διενεργήθηκε από 12/μελή ομάδα και στο διάστημα από 27 Αυγούστου έως 15 Σεπτεμβρίου, επικεντρώθηκε τόσο στον καθαρισμό του σωζόμενου τμήματος του σκαριού , ώστε να γίνει εκ νέου ένα ορθοφωτομωσαϊκό και να διαπιστωθεί η κατάσταση διατήρησης του μετά το 2012, όσο και στην ανασκαφή τομής στο σημείο όπου έχει σπάσει το σκαρί του πλοίου.
Η τομή αποτελεί συνέχεια της τομής που είχε ερευνηθεί το 2017. Διαπιστώθηκε ότι στο χώρο αυτό υπάρχει μεγάλος αριθμός μαδεριών και νομέων διάσπαρτων που θάφτηκαν στο χώρο μετά τη βύθιση και τη διάλυσή του για να διενεργηθεί η ναυαγιαιρεσία του φορτίου.
Από τα κινητά ευρήματα που εντοπίσθηκαν και ανελκύσθηκαν αξιοσημείωτα είναι ένα ακέραιο μαγειρικό σκεύος με εφυάλωση στο εσωτερικό του, ένα χρυσό δαχτυλίδι με σχηματοποιημένα άνθη από σύρμα και σφαιρίδια και σχοινοειδή διακόσμηση στο δακτύλιο, ένα ζευγάρι χρυσά σκουλαρίκια, ένα σκέλος ξύλινου διαβήτη, ένα θραύσμα λαβής αρχαίου ροδιακού αμφορέα με σφράγισμα και επιγραφή «ΑΝΤΙΜΑΧΟΥ» με κηρύκειο (συνολικά έχουν βρεθεί τέσσερις λαβές), τρία ακόμα πιόνια σκακιού (έχουν επιπλέον εντοπισθεί τις προηγούμενες χρονιές ακόμα τέσσερα), διάφορα οστέινα και ξύλινα αντικείμενα καθώς και ένας σημαντικός αριθμός τουλάχιστον δέκα τροχαλιών και μακαράδων, που ορισμένοι σώζουν τα κομμάτια των σχοινιών στα οποία ήταν προσδεμένοι, κάτι που επιβεβαιώνει μάλλον τη διαπίστωση που είχε διατυπωθεί το 2017, ότι δηλαδή πρόκειται για τη θέση του ενός εκ των δύο ιστών του πλοίου, καθώς και άλλα ξύλινα και σιδερένια αντικείμενα που σχετίζονται με τον εξαρτισμό του πλοίου.
Στην έρευνα συμμετείχαν αρχαιολόγοι, θαλάσσιοι βιολόγοι, συντηρητές αρχαιοτήτων, δύτες, τεχνικοί βυθού και εργατοτεχνίτες και συγκεκριμένα οι παρακάτω: Δρ. Σ. Βραχιονίδου, Δ. Δημητρίου, Δρ. Γ. Ίσσαρης, Ε. Καραδήμου, Μ. Κουρκουμέλης, Ειρ. Μάλλιου, Α. Μιχαήλ, Σπ. Μουρέας, Δρ. Α. Τούρτας, Μ. Τζεφρώνης, Χρ. Φουσέκη, Μ. Φωτιάδη.
Η φετινή έρευνα πέραν από το Υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού υποστηρίχτηκε και από την Ilios Shipping Co και τον Στ. Τριφύλλη.