Έντονες αντιδράσεις προκάλεσε η συνέντευξη του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Χάρτβιχ Φίσερ στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ ο οποίος απέκλεισε το ενδεχόμενο μόνιμης επιστροφής ή επ» αόριστον δανεισμού των Γλυπτών στην Ελλάδα, αλλά και την περίπτωση οποιουδήποτε δανεισμού εάν η χώρα μας δεν αναγνωρίσει ότι ιδιοκτήτης των Γλυπτών είναι οι Βρετανοί.
Η υπουργός Πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά αναφερόμενη στις δηλώσεις Φίσερ επεσήμανε ότι “Η Ελλάδα είναι ο γενέθλιος τόπος των Γλυπτών του Παρθενώνα, η Αθήνα είναι η πόλη τους, η Ακρόπολη και το Μουσείο της είναι ο φυσικός τους χώρος.
H δήλωση του κ. Φίσερ περί «νόμιμου ιδιοκτήτη» επιδεικνύει μια στενή, κυνική διαχειριστική αντίληψη. Είναι λυπηρό να ακούγεται από τον διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου και γνωστό ιστορικό τέχνης. Υποβαθμίζει την πολιτιστική κληρονομιά από ανεκτίμητη οικουμενική αξία σε αγοραπωλησία. Παρόμοιες απόψεις είναι διαμετρικά αντίθετες με τις αντιλήψεις που επικρατούν σήμερα στο διεθνές πεδίο του πολιτισμού. Αποτελούν υπολείμματα της αποικιοκρατίας και αγνοούν τη διεθνή συζήτηση και τις Διακηρύξεις της Unesco. Πολύ περισσότερο, όταν πρόκειται για ένα ακρωτηριασμένο μνημείο, σύμβολο της χώρας διαχρονικά, στο οποίο οφείλεται η επανένωση και αποκατάστασή του, σύμφωνα με τη βασική αρχή της “ακεραιότητας”, όπως επιβάλλει η Σύμβαση της Unesco του 1972.
Σύμφωνα με ΤΑ ΝΕΑ αίσθηση προκάλεσαν οι ισχυρισμοί του Χάρτβιχ Φίσερ ότι η «μετατόπιση» των Γλυπτών από την Αθήνα στο Λονδίνο ήταν «μια δημιουργική πράξη» και ότι η ιστορία του Παρθενώνα «εμπλουτίζεται» από το γεγονός ότι κάποια τμήματά του βρίσκονται στο Λονδίνο. «Σε αντίθεση με τον ψευδή ισχυρισμό του διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου, η ιστορία του μνημείου του Παρθενώνα όχι μόνο δεν «εμπλουτίζεται» από το γεγονός ότι τμήματά του βρίσκονται διασκορπισμένα σε μουσεία, αλλά υποβαθμίζεται σημαντικά» δήλωσε στα «ΝΕΑ» ο Πολ Κάρτλετζ, ομότιμος καθηγητής Ελληνικού Πολιτισμού του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ. «Ο καλύτερος τρόπος για να θαυμάσει κανείς τα σωζόμενα κομμάτια είναι είτε στην ίδια την Ακρόπολη είτε στο Μουσείο Ακρόπολης, όχι στο Βρετανικό Μουσείο όπου εκτίθενται με φριχτά διαστρεβλωτικό τρόπο. Η αποικιοκρατική ιδιοποίηση αντικειμένων ίσως ήταν αποδεκτή για κάποιους στις αρχές του 19ου αιώνα, αλλά σίγουρα δεν είναι ή δεν πρέπει να είναι αποδεκτή από κανέναν στον 21ο αιώνα» πρόσθεσε ο διακεκριμένος καθηγητής.
«Η μετατόπιση των Γλυπτών του Παρθενώνα είναι το αντίθετο της «δημιουργικής πράξης». Το ποιος είναι ο ιδιοκτήτης τους είναι αδιαμφισβήτητο: ανήκουν στη χώρα προέλευσής τους, την Ελλάδα» επισήμανε η Κριστίνα Μποργκ, επικεφαλής του Τμήματος Λογοτεχνίας της εφημερίδας «Σάντεϊ Τάιμς».
«Δηλώσεις του τύπου «δεν δανείζουμε εάν δεν αναγνωρίσετε ότι εμείς είμαστε οι ιδιοκτήτες» είναι βαθιά αντιδημοκρατικές. Το Μουσείο Ακρόπολης είναι το μοναδικό μέρος στη γη όπου μπορεί κανείς να βιώσει μια ενιαία, μοναδική εμπειρία που περιλαμβάνει ταυτόχρονα τον Παρθενώνα και τα Γλυπτά του» σχολίασε η Μάρλεν Γκόντγουιν, υπεύθυνη Διεθνών Σχέσεων της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Γλυπτών.